Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Λέσχη ΣΤ-2

Η δεύτερη φετινή συνάντηση της Λ.Α.Η. έγινε την Κυριακή 30/10/2011.
Συζητήσαμε το βιβλίο του Μίχαελ Έντε "Η Μόμο" (Ψυχογιός, 1984) με εισήγηση της Κάλλιας Δουκουμετζάκη.

Λέσχη ΣΤ-1

Η πρώτη συνάντηση αυτής της περιόδου της Λ.Α.Η. έγινε την Κυριακή 25/9/2011.
Συζητήσαμε το βιβλίο του Ελίας Κανέτι "Η τύφλωση" (Γράμματα, 1985) με εισήγηση της Αρετής Παπαδογιαννάκη-Παυλάκου.

Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2011

Αναζητήσεις Β-1

Η πρώτη συνάντηση των Αναζητήσεων  για την περίοδο αυτή έγινε το Σάββατο 22/10/2011.
Βρεθήκαμε με θέμα τα πρώτα οχτώ (από τα 16) κεφάλαια του βιβλίου "Η πύλη των φιλοσόφων" του Robert Zimmer (Κονιδάρης, 2005).
Γνωριμία με την σκέψη των Πλάτωνα, Αυγουστίνου,Μακιαβέλι, Μοντέν, Ντεκάρτ, Πασκάλ, Λοκ, Καντ μέσα από την παρουσίαση συγκεκριμένων έργων τους. Πολύ καλή η παράθεση των αντιλήψεων, των συγκρούσεων και άλλων κοινωνικών παραμέτρων, των εποχών που έζησαν και δημιούργησαν οι παραπάνω φιλόσοφοι από τον συγγραφέα.
Έγινε συζήτηση σχετικά με τα σημεία που βρήκαμε ενδιαφέροντα (ως σκέψεις, πληροφορίες ή καταστάσεις). Στο βιβλίο αυτό είναι φανερά τα σημάδια της ιστορικής εξέλιξης της φιλοσοφικής σκέψης και γίνονται αντιληπτά τα κεντρικά ερωτήματα στα οποία αυτή εστιάζεται. Παρουσιάζονται οι αρχές, οι τρόποι/μέθοδοι καθώς και οι θέσεις του υπό συζήτηση φιλοσόφου.
Αναμένεται συνέχεια.....

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011

Μεταμόρφωση


ΦΡΑΝΤΣ ΚΑΦΚΑ  «Η Μεταμόρφωση».

          Τον Φράντς Κάφκα άρχισα να τον συναντώ τα τελευταία πέντε χρόνια μέσα από τις ρήσεις του που παρουσιάζονταν στα κατά καιρούς διαβάσματά μου.  Δεν τον γνώρισα διαβάζοντας απ’ ευθείας ένα βιβλίο του.  Εξάλλου για να συμβεί κι αυτό έμελλε να κρατώ σε αρκετά ταξίδια μου το βιβλίο του Η ΔΙΚΗ έως να βρεθώ στην κατάλληλη συναισθηματική κατάσταση για να το διαβάσω και να συγκλονιστώ από το μεγαλείο του.
          Στην εισαγωγή του βιβλίου του «Το εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη»  ο Ηλίας Πετρόπουλος ξεκινά με τη ρήση του Κάφκα:  «ένα βιβλίο πρέπει να είναι το τσεκούρι που σπάει την παγωμένη θάλασσα μέσα μας».  Αυτό πίστευε ο Κάφκα και το σημαντικό είναι ότι το τήρησε στο γράψιμο των δικών του μυθιστορημάτων και διηγημάτων.  Στο ίδιο γράμμα στο φίλο του Όσκαρ Πόλακ το 1904 έγραφε ότι πρέπει κατά τη γνώμη του να διαβάζουμε μόνο βιβλία που μας δαγκώνουν και μας τσιμπούν.  Χρειαζόμαστε βιβλία που μας γρονθοκοπούν σαν την πιο οδυνηρή συμφορά, σαν το θάνατο κάποιου που αγαπάμε περισσότερο κι από τον εαυτό μας.
          Η Δίκη, λοιπόν, με συντρόφεψε σε πολύ προσωπικές στιγμές.  Κατάφερα να αφεθώ στη δίνη της ιστορίας της, όταν κοντά σε μια απώλεια πολύ δικού μου ανθρώπου, η καθημερινότητά μου προσέλαβε άλλες διαστάσεις.
          Στο εξώφυλλο του φυλλαδίου «Καραμπογιάς»  της κατάληψης Rosa Nera στα Χανιά, με φόντο το Παρίσι του 1848 με τις εξεγέρσεις, βρίσκονται τα παρακάτω λόγια του Κάφκα:
«Όσο πιο πολλά ζεύεις
Τόσο πιο γρήγορα γίνεται η δουλειά.
Όχι όμως το τράβηγμα του δοκαριού
Αλλά το σκάσιμο των λουριών
Για ν’ αρχίσει έτσι το εύθυμο,
Χωρίς φόρο, ταξίδεμα».
          Λόγος ιδιαίτερα ποιητικός και αινιγματικός.  Ξαφνιάζει ευχάριστα με τη σύνθεση της πρότασης που πετυχαίνει με ακρίβεια την απόδοση του ποιήματός της.
          Ο Κάφκα δεν έχει διαλεχτεί για αυτό το εξώφυλλο με μοναδικό κριτήριο το περιεχόμενο του κειμένου, αλλά και γιατί ο ίδιος ο Κάφκα από νεαρή ηλικία γοητεύτηκε από τα δόγματα και τα κινήματα της κοινωνικής εξέγερσης.  Έτρεφε συμπάθεια για τους αναρχικούς σοσιαλιστικούς κύκλους της Πράγας, της γεννέτηρας πόλης του, και συμμετείχε σε κάποιες από τις δραστηριότητές τους, όπως αναφέρεται στον τόμο  «Ο αιώνας των ανατροπών»  του Laraisse.  Αυτή η πτυχή της ζωής του Κάφκα μας βοηθάει στην ανάγνωση των έργων του όπου διαπιστώνουμε να τα διατρέχει μια αντιαυταρχική τάση προς κάθε μορφή εξουσίας είτε είναι προσωποποιημένη σαν πατρική (όπως στο έργο του Η ετυμηγορία) είτε ανώνυμη και διοικητική (όπως στα έργα του Η Δίκη, Ο Πύργος) είτε ως συνδιασμός και των δύο (όπως στο έργο του Η Αμερική).
          Στο πρόλογο του συγγραφέα Gregory Chaitin στο βιβλίο του «Μετά – μαθηματικά, τα μυστικά του αριθμού Ω» μετά από τα καταπληκτικά αποσπάσματα από τον Λάιμπνιτς (για τη σχέση των μαθηματικών με τη φιλοσοφία) και από τον Γαλιλαίο (για τη γλώσσα του σύμπαντος:  τα μαθηματικά) παρατίθεται το διήγημα του Κάφκα «Μπροστά στο νόμο»  που περικλύεται στη συλλογή διηγημάτων  «Η Μεταμόρφωση»  εκδόσεις Γράμματα σε μετάφραση Κ. Προκοπίου και αποτελεί ταυτόχρονα απόσπασμα από το μυθιστόρημα  «Η Δίκη».
          Σημειώνω ότι ο Όρσον Γουέλς δίνει μια θαυμαστή ερμηνεία στην ανάγνωση αυτού του αποσπάσματος στην κινηματογραφική μεταφορά της Δίκης.  Το «Μπροστά στο Νόμο»  ή  «Μπροστά στην αλήθεια», μια και η λέξη Torah στα Εβραϊκά σημαίνει Νόμο και Αλήθεια είναι ένα από τα διηγήματά του που μου άρεσαν ιδιαίτερα.  Αυτό το διήγημα είναι κοντά στη ρήρη του Κίπλιγκ:  «Είναι θεμιτό ένας συγγραφέας να επινοήσει κάποιο μύθο, όχι όμως και το ηθικό του δίδαγμα».
          Ο Κάφκα δημιουργεί μύθους αφήνοντας τον αναγνώστη να βρει τον τρόπο που θα τους ερμηνεύσει.  Εξάλλου το έργο του Κάφκα δεν επιδέχεται μονοσήμαντη ερμηνεία.  Στα βιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα επιμένω πάντα όταν διαβάζω ένα βιβλίο.
          Όπως λέει και ο Ρίτσαρντ Έλλμαν για τον Τζέημς Τζόυς που διαβάζουμε τώρα στις παράλληλες αναγνώσεις:  «Η ζωή του Τζόυς είναι αυτή καθ’ αυτή έργο, ζωή και έργο, έτσι στενά συνδιασμένα, δημιουργούν ένα ίσως μοναδικό φαινόμενο στη λογοτεχνία».  Πεποίθησή του είναι ότι αυτό γενικεύεται για πολλούς συγγραφείς.  Υπάρχουν αναγνώστες που δεν επιζητούν να μάθουν τίποτα για τον συγγραφέα.  Αρκούνται στο ίδιο το έργο τους.  Υπάρχουν όμως συγγραφείς, όπως ο Κάφκα, που αξίζει να δεις το σύνολο των έργων τους συνυφασμένο με τη πορεία της ζωής τους, σαν ένα άλλο έργο.
          Ο Φραντς Κάφκα, γερμανόφωνος, Τσέχος συγγραφέας, γεννήθηκε στην Πράγα στις 3 Ιουλίου 1883.  Ήταν γιος ενός πλούσιου Εβραιο – Τσέχου εμπόρου, αυτοδημιούργητου άνδρα που δεν έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις λογοτεχνικές φιλοδοξίες του γιου του.  Η αυταρχική εξουσία του πατέρα φάνταζε στα μάτια του μικρού Φράντς όπως η πολιτική τυραννία που θα καυστηριαστεί στα γραπτά του.
          Στο:  «Γράμμα στον πατέρα»  ο Κάφκα θυμάται:  «Πήρες στα μάτια μου τον αινιγματικό χαρακτήρα που έχουν οι τύραννοι που ο νόμος τους δεν βασίζεται στη σκέψη, αλλά στο άτομό τους»  και συνεχίζει παρακάτω:  «Έτσι το κατάστημά σου ήταν για μένα ανυπόφορο, μου θύμιζε τη δική μου θέση απέναντι σε εσένα, έτσι αναγκαστικά πήρα το μέρος του προσωπικού»  βλέποντας τον τρόπο που ο πατέρας του μεταχειριζόταν τους υπαλλήλους του.
          Ο Κάφκα τάσσεται ενάντια στην αυθαιρεσία.  Με ιδιαίτερη ευαισθησία έχει συλλάβει την παράλογα καταπιεστική φύση της εξουσίας.  Με τέλειο ύφος, ποιητική γραφή, συνδιάζει το φανταστικό με τη ρεαλιστική ακρίβεια δίνοντας μέσα από τα ημιτελή μυθιστορήματά του με την αινιγματική δομή, τη μορφή και τον χαρακτήρα της δυσβάστακτης ιεραρχίας όπως αυτή βιώνεται από τους «από κάτω»  και «τους απέξω».
          Οι αποφάσεις επιβάλλονται από τα πάνω χωρίς καμία ηθική δικαίωση (Η κρίση).  Οι απαιτήσεις από το θύμα είναι παράλογες και υπερβολικές (Ο καλλιτέχνης της πείνας).  Η τιμωρία είναι δυσανάλογη με το λάθος το οποίο είναι ανύπαρκτο ή ασήμαντο (Στην αποικία των καταδίκων).  Η ενοχή θεωρείται προφανής και αυτονόητη (Η Μεταμόρφωση).
          Ο μικρός Κάφκα φοίτησε σε Γερμανικό Δημόσιο Δημοτικό Σχολείο.  Μίσησε τόσο το δημοτικό όσο αργότερα και το γυμνάσιο.  Παρότι είχε επιτυχίες και περνούσε εύκολα κάθε τάξη είχε την αίσθηση  ότι κοροϊδευε τους δασκάλους.  Μέσα σ’ ένα σύστημα αποστήθησης και  μηχανικής εκμάθησης κοντά σε δασκάλους που κατηγορούσαν τους μαθητές τους για την έλειψη εκτίμησης που έδειχναν στα μαθήματά τους, ο Κάφκα σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή του διάβαζε με την αίσθηση της έλλειψης της πείρας  και της γνώσης που απαιτείται για να αρχίσει έστω την κατανόηση.  Και διάβαζε πάρα πολύ ξεκλέβοντας παντού χρόνο, στο σπίτι ή στη δουλειά, για να βυθιστεί σ’ ένα βιβλίο.
          Ως παιδί διάβαζε παραμύθια, ιστορίες με τον Σέρλοκ Χόλμς, ταξιδιωτικά  οδοιπορικά σε ξένες χώρες.  Ως νεαρός άνδρας, διάβαζε τα έργα του Γκαίτε, του Τόμας Μαν, του Χέρμαν Έσσε, του Ντίκενς, του Φλομπέρ, του Κίρκεργκορ, του Ντοστογιέφσκι.
          Μετά από σύντομες σπουδές στη φιλολογία και στην Ιατρική, πηγαίνει στη Νομική Σχολή.  Κάνει το διδακτορικό του στην Πράγα και δουλεύει στην αρχή σε ασφαλιστική εταιρεία, αργότερα σε ημικρατικό Ίδρυμα Ασφαλίσεων και τέλος εγκαθίσταται στο Βερολίνο όπου αφοσιώθηκε στο γράψιμο.
          Στις αρχές της δεκαετίας του 1910 παρακολούθησε κάποιες συνεδριάσεις της Λέσχης της Νεολαίας μιας αναρχικής, αντιμιλιταριστικής και αντικληρικαλιστικής οργάνωσης και πήρε μέρος σε διαδηλώσεις ενάντια στην εκτέλεση του Ισπανού αναρχικού εκπαιδευτικού Φρανσίσκο Φερέρ.
          Αυτό το αναρχικό ήθος διέπει τα κυριότερα λογοτεχνικά του κείμενα με τον επικριτικό τρόπο του απέναντι στην εξουσία, την ευαίσθητη ματιά του στο καταπιεστικό της πρόσωπο και την ειρωνική διάθεσή του απέναντι στο εκφοβιστικό της πρόσωπο.
          Το 1914 αρραβωνιάστηκε αλλά διέλυσε τον αρραβώνα επειδή ένοιωθε ανίκανος να αντιμετωπίσει το γάμο.  Μια δεύτερη απόπειρά του για γάμο καταλήγει σε αποτυχία, αφού διαπιστώνει ότι πάσχει από φυματίωση και μπαίνει σε σανατόριο.
          Στο Βερολίνο τον βρήκαν τα «χρόνια της πείνας», μετά το 1918 δίνοντάς το τελικό χτύπημα.  Πέθανε στο Κίρλινγκ κοντά στη Βιέννη στις 3 Ιουνίου 1924.
          Αν και Τσέχος, έγραψε όλα του τα βιβλία στα γερμανικά.  Εφτά  απ’ αυτά εκδόθηκαν όσο ζούσε.  Η Δίκη δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά ένα χρόνο μετά το θάνατό του.  Ακολούθησε Ο Πύργος, Η Αμερική και λίγο αργότερα το Σινικό Τείχος.  Είχε μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με τα γραπτά του.  Για μεγάλα διαστήματα τα γραπτά του τον ευχαριστούσαν πολύ.  Ο ίδιος τα διάβαζε σε μικρό κύκλο με ιδιαίτερο πάθος.  Η απροθυμία του να τα δημοσιεύσει έχει τις ρίζες της σ’ ένα είδος μηδενισμού του συγγραφέα απέναντι στο έργο του, στο σύνθετο ψυχικό του κόσμο με την υπέρμετρη ευαισθησία και την ακάματη διανοητική του τιμιότητα.  Ο φίλος του Μάξ Μπροντ αναφέρει ότι τόσο τίμια και αδυσώπητα αναζητούσε ο ίδιος το σωστό τρόπο ζωής, ώστε ένιωθε πως δεν ήταν σε θέση να συμβουλεύει άλλους, όταν πρωτίστη ανάγκη του ήταν να συμβουλεύει τον εαυτό του.
          Είναι γνωστή η τελευταία του παράκληση στον αγαπημένο του Μαξ να εξαφανίσει όλα τα γραπτά του μετά το θάνατό του.  Στην έκδοση του Κέδρου της Δίκης, υπάρχει στον επίλογο ένα κατατοπιστικό σημείωμά του ίδιου του Μαξ Μπροντ που εξηγεί τους λόγους που τον ώθησαν να αθετήσει την επιθυμία του Κάφκα.  Είναι γνωστό επίσης ότι τα μεγάλα του έργα (Δίκη, Πύργος) είναι ημιτελή.
          Ο ίδιος πίστευε ότι ένα βιβλίο δε μπορεί να πάρει τη θέση του κόσμου και θεωρώντας ότι αν ο κόσμος έχει συνοχή δεν μπορούμε να τον κατανοήσουμε πλήρως, άφηνε με τα μισοτελειωμένα του γραπτά τη δυνατότητα στον αναγνώστη να επιτελέσει το δικό του ρόλο της ανάγνωσης.
          Οι εβραϊκές του ρίζες τον επηρέασαν και στον τρόπο που ο ίδιος εννοούσε την ανάγνωση ενός κειμένου δηλαδή όπως οι αρχαίοι Ταλμουδιστές, αποκωδικοποιούσε πολλαπλά νοήματα.  Διάβαζε για να θέτει ερωτήματα.  Και μη ξεχνάμε ότι ο ρόλος του συγγραφέα Κάφκα πολλές φορές επισκιάστηκε από την υποταγή στις δικές του ανάγκες ανάγνωσης.  Σ’ ένα από τα σημειώματα που βρέθηκαν μετά το θάνατό του ο Κάφκα θεωρεί και αναγνωρίζει ως γραπτά του τα εξής:  Η Μεταμόρφωση, Η κρίση, Ένας αγροτικός γιατρός, Ο καλλιτέχνης της πείνας, Η αποικία των καταδίκων και Ο Θερμαστής.  Τα πέντε πρώτα διηγήματα ανήκουν στη συλλογή διηγημάτων για τη σημερινή συνάντηση της Λέσχης Ανάγνωσης.  Τα υπόλοιπα τέσσερα διηγήματα που διαβάσαμε είναι το Μπροστά στο νόμο, Οι έντεκα γιοί, Ανακοίνωση σε μια Ακαδημία και Στη γαλαρία.  Μου άρεσαν ιδιαίτερα  «Η Μεταμόρφωση»  που θεωρείται το αριστούργημα του Κάφκα, το «Μπροστά στο νόμο», «Οι έντεκα γιοί»  για την αφοπλιστικά διεισδυτική ματιά του, «Η αποικία των καταδίκων».
          Θεωρώ ότι τα διηγήματα του Κάφκα είναι δυνατά, περιεκτικά, αλληγορικά, επιζητώντας και μια δεύτερη – τρίτη ανάγνωση τις περισσότερες φορές.  Αν και η πρώτη αίσθηση είναι καθοριστική, μπορούν να διαβαστούν με πολλούς τρόπους...
          Ο Κάφκα έχει αναγνωστεί κυριολεκτικά, αλληγορικά, πολιτικά, ψυχολογικά.  Στην Ιστορία της Ανάγνωσής του Alberto Manguel βρήκα ότι η Μεταμόρφωση έχει διαβαστεί από τη κόρη του συγγραφέα στα 13 της και τη βρήκε αστεία.  Ο Γκούσταβ Γιάκουκ, φίλος του Κάφκα, τη διάβασε ως θρησκευτική και ηθική παραβολή.  Ο Μπέρτολτ Μπρεχτ τη διάβασε ως έργο του μόνου γνήσιου μπολσεβίκου συγγραφέα.  Ο Ούγκρος κριτικός Γκιόργκι Λούκατς τη διάβασε ως τυπικό προϊόν ενός παρακμιακού αστού.  Ο Μπόρχες τη διάβασε ως μια εκ νέου διήγηση των παραπόνων του Ζήνωνα.  Η Γαλλίδα κριτικός Μαρτ Ρομπέρ τη διάβασε ως ένα υπόδειγμα της γερμανικής γλώσσας στην πιο διαυγή μορφή της.  Ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ τη διάβασε ως μια αλληγορία για εφηβαίο φόβο.  Για μένα η Μεταμόρφωση αναδυκνύει όλες τις εξαρτημένες σχέσεις δομημένες πάνω στην αλληλοεπίδραση.  Ενίοτε και στην εκμετάλευση που υπάρχουν στην οικογένεια.  Όταν σας πρότεινα να διαβάσουμε τη Μεταμόρφωση μόλις είχα διαβάσει μια πολύ καλή μεταφορά του σε κόμικς από τον Πήτερ Κούπερ που έχει διασκευάσει και άλλα έργα του Κάφκα.
          Μου άρεσε ιδιαίτερα η σύλληψη της ιδέας της ιστορίας.  Ο Γκρέγκορ Σάμσα ξυπνάει ένα πρωί από εφιαλτικά όνειρα και βλέπει ότι έχει μεταμορφωθεί σε κατσαρίδα.  Αυτή η μεταμόρφωση του γιου αναστατώνει τους ρυθμούς της οικογένειας, ξεσκεπάζει ρόλους, αναδυκνύει χαρακτήρες.  Παρ’ όλες τις αλλαγές τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας δεν μεταμορφώνονται σε κάτι διαφορετικό, αλλά στις νέες συνθήκες προσαρμόζονταν και επιβεβαιώνουν τους χαρακτήρες τους.
          Για να επέλθει μια μεταμόρφωση πρέπει το ίδιο το άτομο να την επιθυμίσει πραγματικά.  Είναι μια εσωτερική διεργασία και όχι μια αντίδραση στο περιβάλλον.  Ο γιος έχει αρχίσει να έχει τις αμφιβολίες του και τα ερωτήματά του για το ρόλο που του έχει ανατεθεί στην οικογένεια.  Αυτές οι σκέψεις τον φέρνουν στην απεχθή μεταμόρφωση και εξόντωση.  Χωρίς αυτές θα συνέχιζε τον προηγούμενο τρόπο ζωής του.  Μέσα στους κόλπους της καπιταλιστικής οικογένειας.  Είναι δύσκολο να βρει τη λύτρωση.  Και ο δρόμος για την ουσιαστική ενηλικίωση του κάθε ατόμου περνάει μέσα από συνεχείς συγκρούσεις, αντιπαραθέσεις και μεταμορφώσεις.  Για τον αναγνώστη η ιστορία παρότι δεν έχει ευχάριστο τέλος μπορεί να λειτουργήσει λυτρωτικά.
          Ο Κάφκα παρουσιάζεται ως κύριος εκπρόσωπος του μοντερνισμού στη Λογοτεχνία, όπως η Virginia Wolf, ο James Joyce που διαβάζουμε τελευταία.  Η φιλολογία που έχει αναπτυχθεί γύρω από το άτομό του και το έργο του εκτιμάται πως το 1984 περιλάμβανε 15.000 τίτλους στις περισσότερες κύριες γλώσσες του πλανήτη.
          Διαβάζοντας τώρα τελευταία στη Λέσχη μας διηγήματα μπορεί να τεθούν ερωτήματα γύρω από τη φύση και τις διαφορές των διηγημάτων και του μυθιστορήματος.
          Δεχόμενοι τις απόψεις που ανταλλάσουν στις συνομιλίες τους ο Μπόρχες με το Σάμπατο δηλαδή ότι το διήγημα χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη πυκνότητα, απαιτεί τελειότητα όπως και η ποίηση, ότι το διήγημα μπορείς να το κρίνεις στην καθισιά σου σαν ένα σύντομο όνειρο που πρέπει με λίγα λόγια να αποδώσει μια ολοκληρωμένη ποιητική ιδέα, συμπεραίνουμε ότι ο Κάφκα είχε τη μέγιστη ικανότητα και επιδεξιότητα να ασχοληθεί με το είδος αυτό.
          Ο Πόε τονίζει χαρακτηριστικά ότι «το διήγημα αποκτά αξία στην τελευταία αράδα».  Κάθε έργο του Κάφκα έχει ήρωες κατά κανόνα καθημερινούς, περιθωριακούς ανθρώπους όπως είναι οι ήρωες σ’ όλα τα μεγάλα έργα.  Και όπως συμβαίνει με τα έργα τέχνης όποιες και αν είναι οι προθέσεις του δημιουργού του, το έργο καθ’ εαυτό τις υπερβαίνει.  Ο Κάφκα κατέχει μια περίοπτη θέση στο χώρο των γραμμάτων και θα κλείσω την παρουσίασή για τον ίδιο επ’ αφορμή του σημερινού βιβλίου μας με μια δική του ρήση:
          «Δεν χρειάζεται να βγείτε από το δωμάτιό σας.  Μείνεται καθισμένοι στο τραπέζι σας και ακούστε.  Δεν χρειάζεται καν να περιμένετε, απλώς μάθετε πως να μένετε αμίλητοι, ακίνητοι και μόνοι.  Ο κόσμος θα σας προσφερθεί ελεύθερα για να τον ξεσκεπάσετε.  Δεν θα έχει άλλη επιλογή.  Θα πέσει εκστασιασμένος στα πόδια σας».

Αρετή Παπαδογιαννάκη - Παυλάκου

Ουάιλντ: Ιρλανδία και Αγγλία


Συνοπτικά η σχέση Ιρλανδίας και Αγγλίας

          Ο Όσκαρ Γουάιλντ γεννήθηκε σε μία περίοδο ύψιστης εχθρότητας των Ιρλανδών προς την Αγγλία.  Η Αγγλία άρχισε την κατάκτηση του νησιού ήδη από το 12ο αι.  Από το 16ο αι. οι Άγγλοι για να σχηματίσουν τα επαναστατικά κινήματα των ανυπότακτων Ιρλανδών εφάρμοσαν το σύστημα της «μεταφύτευσης»  δηλ. της εγκατάστασης Άγγλων αποίκων στο νησί.  Οι Άγγλοι άποικοι και οι γηγενείς δεν μπορούσαν να συνυπάρξουν αρμονικά.  Το χάσμα μεταξύ τους διεύρυνε η θρησκευτική μεταρρύθμιση που προώθησε η προτεσταντική Αγγλία (Λούθηρος) και η προσήλωση των Ιρλανδών στον καθολικισμό.
          Το 1782 η Ιρλανδία ανεξαρτητοποιήθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο για να ενσωματωθεί σε αυτό ξανά το 1800.  Λίγο πριν τη γέννηση του Γουάιλντ είχε προηγηθεί ένας λιμός που αποδεκάτισε τον πληθυσμό του νησιού.  Πολλοί Ιρλανδοί μετανάστευσαν στις ΗΠΑ.  Το 17ο, 18ο και 19ο αι. γίνονται πολλές επαναστατικές απόπειρες των Ιρλανδών με τη συμπαράσταση της Γαλλίας και της Ισπανίας.
          Η κυβέρνηση Γλάδστωνος προωθεί μεταρρυθμίσεις που στόχο έχουν την ψήφιση της Ιρλανδικής αυτοδιάθεσης (1892 – 1894).  Το σχέδιο γίνεται δεκτό από τη Βουλή των Κοινοτήτων απορρίπτεται όμως από τη Βουλή των Λόρδων.  Ο Γλάδστων απογοητευμένος αποσύρεται από την πολιτική.
          Τελικά η Ιρλανδία αποκτά την αυτονομία της το 1922.  Προηγήθηκε η Αγγλοϊρλανδική Συνθήκη το 1921.





Εισαγωγή                                          Φιλοσοφικές σκέψεις (αποσπάσματα)
Πραγματικά γεγονότα                                                              Συμπέρασμα

Oscar Wild    “De Profundis”
(Γραμμένο από Μάρτη 1896)

          Το πιο σπαρακτικό και ώριμο έργο του γραμμένο στις δύσκολες συνθήκες της φυλακής.  Πρόκειται για ένα μεστό κείμενο που το διακατέχει απέραντη θλίψη, πόνος, έντονος σκεπτικισμός που οδηγεί σε διατύπωση υψηλών στοχασμών.
          Το μικρό αυτό κείμενο έχει αποδέκτη τον φίλο του Ντάγκλας που ήταν η αιτία της καταστροφής του.  Παρ’ όλα αυτά δεν είναι ιδιαίτερα δριμύς απεναντίας που θεωρεί δε ότι ο ίδιος είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του.  Είναι μεγαλείο όταν λέει:  Κατ’ αρχήν πέρασε μια πολύ δύσκολη περίοδος στη φυλακή Ρήντιγκ, όπου δεν υπήρχε κανένα νόημα σε τίποτα.  Στη συνέχεια συνειδητοποιεί ότι αποφάσισε η αγάπη να διακατέχει την ύπαρξή του για να επιβιώσει.  Συμβουλεύει τον φίλο του να κάνει το ίδιο γιατί το μίσος που χαρακτηρίζει τα αισθήματά του (και απέναντι του και στον πατέρα του) θα τον βλάψει.
          Η επιστολή αυτή παραδόθηκε εις διπλούν στον πολύ στενό καλό φίλο του Ρος, που του στάθηκε σ’ όλες τις δυσκολίες και τον όρισε φιλολογικό κληρονόμο και δεν ξαναασχολήθηκε πλέον.  Ο Ρος έδωσε το ένα στο Ντάγκλας που το έσκισε (νομίζοντας ότι είναι μοναδικό) και το άλλο στο Βρετανικό Μουσείο για φύλαξη, μέχρι το 1969 όπου δημοσιεύτηκε.  Έτσι προστάτευσε το φίλο του και μετά θάνατον, παρ’ όλο που ο δεύτερος θέλησε συχνά να δημοσιεύσει επιστολές του κατά την διάρκειαν της φυλάκισης και μάλιστα χωρίς την άδειά του.
          Στο βιβλίο περιγράφεται το χρονικό της φιλίας του με το Ντάγκλας που άρχισε το 1891 και έληξε το 1895 με τη δίκη.  Διάστημα όπου του παρείχε απλόχερα μια ζωή με πολυτέλεια και χλιδή.  Εκτός όμως από την οικονομική καταράκωση που τον οδήγησε, στάθηκε τροχοπέδη στη καλλιτεχνική του δημιουργία και ολοκλήρωση.  Οι προσπάθειες να τον απομακρύνει απέβαιναν άκαρπες.  Εκείνος έβρισκε πάντα αφορμές να επανεμφανίζεται και να τον κατακλίζει με μια στάση συχνά σαδιστική (βλ. αρρώστια). Ο ρόλος της μητέρας του Ντάγκλας υποτονιός, στο γιο να τον νουθετήσει, αλλά σε κείνον έμμεσα.  Ο πατέρας του Ντάγκλας, φαίνεται πρόσωπο αντιπαθητικό απ’ όλους, δεν βλέπει με καλό μάτι την σχέση του με τον γιο του, γιατί προσβάλει τα ήθη της εποχής προσπαθεί να την αποτρέψει.  Καταφεύγει σε υβριστικό γράμμα, που αφήνει στη Λέσχη.  Μετά από εντονότατη πίεση του Ντάγκλας που ουσιαστικά επιθυμεί να εκδικηθεί τον πατέρα του μήνυσε τον Μαρκήσιο για δυσφήμιση (παρά τις συμβουλές φίλων του).  Ο πατέρας με τη σειρά του χρησιμοποιεί αυτή τη δίκη και για να αποκτήσει φήμη.  Μεγάλη πλεκτάνη δηλαδή εις βάρος του.  Εκτός από την φυλάκιση κυρήσσεται σε πτώχευση με δήμευση ολόκληρης της περιουσίας του (ακόμα και των έργων τέχνης και κυρίως βιβλίων) καθώς και δημόσια διαπόμπευση μπροστά στο πλήθος.
          Οδηγείται σε καταναγκαστικά έργα 2 ετών, κατά τα οποία η συμπαράσταση του Ντάγκλας είναι υποτονική στην αρχή και καταντά ανύπαρκτη.  Αν εξαργύρωνε μερικά από τα άπειρα δώρα θα έσωζε κάτι από τα υπάρχοντά του.  Τρεις μήνες μετά την φυλάκιση, η μητέρα του πεθαίνει, η γυναίκα του ταξιδεύει αν και άρρωστη από την Ελβετία για να του το ανακοινώσει.  Είναι σοβαρό πλήγμα γιατί της έτρεφε αδυναμία, σαν πολύ μορφωμένη είχε συμβάλλει πολύ στην καλλιέργειά του.  Νιώθει ενοχές για το σπουδαίο όνομα που του παρέδωσαν οι δικοί του και που το ατίμασε.  Μιλά με μεγάλη εκτίμηση για τη γυναίκα του και τα παιδιά του, λυπάται που την κατάστρεψε και την αφήνει ελεύθερη.
          Εκτός από την παράθεση των πραγματικών γεγονότων οδηγούμενος από την απέραντη θλίψη και τον πόνο, διατυπώνει βαθιές φιλοσοφικές σκέψεις.  Φθάνει στο ύψος αρχαίων φιλοσόφων.  Κάνει αναφορά στο Σαίξπηρ λέει ότι αναλύει τον Δάντη.  Τέλος δε εκτενέστατη αναφορά στη ζωή και το έργο του Χριστού, που φαίνεται να θαυμάζει ιδιαίτερα από τους αγίους στον Άγιο Φραγκίσκο, όχι όμως στο Θεό.
          Ακολουθούν αποσπάσματα…


Έτσι η πουριτανή Αγγλική Κοινωνία έχασε μια ιδιοφυία, στέρησε τις επόμενες γενιές από σπουδαία έργα εξ αιτίας μιας στενόμυαλης αντιμετώπισης της προσωπικής του ζωής.  Προκύπτει και από την ανάκριση στο δικαστήριο με βάση το έργο του Όσκαρ Γουάιλντ.

Ο Επίκουρος κατά Γιάλομ


                               ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
                                      
                                              28 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2010

ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ
ΑΦΗΝΟΝΤΑΣ ΠΙΣΩ ΤΟΝ ΤΡΟΜΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

ΙΡΒΙΝ ΓΙΑΛΟΜ

Ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου είναι Staring at the sun-Overcoming the terror of death-Με το βλέμμα στον ήλιο-Ξεπερνώντας τον τρόμο του θανάτου.

O Irvin Yalom (1931) είναι ομότιμος καθηγητής Ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Στάνφορντ των ΗΠΑ. Θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή εκπροσώπους της υπαρξιακής σχολής στην ψυχιατρική και είναι συγγραφέας του εγκυρότερου και πληρέστερου εγχειριδίου υπαρξιακής ψυχοθεραπείας’’Existential Psychotherapy’’. Στον επιστημονικό χώρο είναι ιδιαίτερα γνωστό το κλινικό και ερευνητικό έργο του στην ομαδική ψυχοθεραπεία. Όλα του τα λογοτεχνικά βιβλία – που θεωρούνται εξαιρετικά επιτυχημένα-, αποτελούν ιστορίες ψυχοθεραπείας. Ο ίδιος τα θεωρεί προέκταση του διδακτικού του έργου, το οποίο όπως λέει, του παρέχει ανεξάντλητο υλικό αφού βρίθει ιστοριών και διηγήσεων.
Ο Ίρβιν Γιάλομ δηλώνει θαυμαστής του μεγάλου αρχαίου φιλόσοφου Επίκουρου, θεωρώντας ότι ο Επίκουρος ήταν ο πρώτος υπαρξιακός ψυχοθεραπευτής, αφού μπήκε στην διαδικασία να ασχοληθεί, όχι μόνο με το μυστήριο του θανάτου, αλλά και με τον τρόπο που μπορεί να το αντιμετωπίσει ο άνθρωπος εν ζωή. ‘’Μολονότι η σωματική διάσταση του θανάτου μας καταστρέφει, η ιδέα ή άλλως η όψη, η θέαση του θανάτου, μας σώζει.’’ Φαίνεται να είναι η βασική φιλοσοφία αυτού του βιβλίου του Γιάλομ, που, προκειμένου να διερευνήσει το άγχος του θανάτου, ανατρέχει
στην ‘’ιατρική φιλοσοφία’’ του Επίκουρου , που όπως και ο ίδιος θεωρεί ότι η ρίζα του κακού στην ανθρώπινη δυστυχία είναι ο αδιάλειπτος μας φόβος για το θάνατο. Ο φόβος του θανάτου φυσιολογικά λειτουργεί από τα έξι περίπου χρόνια αλλά οπωσδήποτε, στη διάρκεια της ζωής του ανθρώπου έχει κορυφώσεις και υφέσεις, για να ‘’εγκατασταθεί’’ στη σκέψη μας τις τελευταίες δεκαετίες της ζωή μας.’’ Δεν είναι εύκολο να ζει κανείς κάθε στιγμή έχοντας ολοκληρωτική συνείδηση του θανάτου. Είναι σα να προσπαθείς να γυρίσεις τα μάτια στον ήλιο. Ελάχιστα μπορείς να τ’ αντέξεις’’ γράφει . Το άγχος του θανάτου είναι ωστόσο , πάντοτε παρόν, αλλά ο συγγραφέας πιστεύει ότι ο άνθρωπος μπορεί να αναπτύξει δυνάμεις και να συγκροτήσει την συνείδηση του έτσι ώστε να το αντιμετωπίσει.

                    ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΚΟΥΡΟ

Ο Επίκουρος γεννήθηκε το 341π.Χ στη Σάμο. Ίδρυσε την πρώτη του Φιλοσοφική σχολή στη Μυτιλήνη και την Λάμψακο πριν μεταφερθεί στην Αθήνα περί το 306 π. Χ όπου ίδρυσε τον Κήπο. Πέθανε το 271 π.Χ. σε ηλικία 70 χρόνων από επιπλοκές πέτρας στα νεφρά. Ο φιλοσοφικός κήπος του Επίκουρου ιδρύθηκε στα δυτικά της πόλης των Αθηνών-κάπου στα βόρεια της Ιεράς οδού σήμερα, στην αρχή μάλλον της λεωφ. των Αθηνών.-Λειτούργησε ως σχολή φιλοσοφίας αλλά και ως εκδοτικός οίκος των επικούρειων συγγραμμάτων τουλάχιστον για 500 χρόνια, συγκεντρώνοντας μαθητές και οπαδούς- μεταξύ αυτών υπήρχαν δούλοι και εταίρες, με τους οποίους ο ιδρυτής του κήπου είχε αναπτύξει μεγάλη οικειότητα και φιλία-  πετυχαίνοντας μέσα σ’ αυτό το διάστημα να διδαχθεί και να εξαπλωθεί  η επικούρεια φιλοσοφία σε όλη την έκταση του ελληνιστικού και στη συνέχεια του Ρωμαϊκού κόσμου. Πολιτείες ολόκληρες τον λάτρεψαν, του έστησαν αγάλματα και σκάλισαν σε πλάκες τις φιλοσοφικές του θεωρίες,  ενώ  λαμπρές προσωπικότητες διδάχτηκαν,  δίδαξαν και διέδωσαν το έργο του. Κατά τον Ρωμαίο ποιητή Λουκρήτιο
’’ Είναι ο μόνος Έλληνας που κοίταξε κατάματα τον ουρανό χωρίς φόβο, δίδαξε στους ανθρώπους την αληθινή ουσία των πραγμάτων και τους λύτρωσε από το άγχος που είχαν σπείρει μέσα τους οι μύθοι.’’ Ομάδες από Επικούρειους υπήρχαν σε πολλές πόλεις και τα βιβλία τους έβρισκαν παντού φανατικούς οπαδούς. Δυστυχώς με την έλευση του Μεσαίωνα η επικούρεια φιλοσοφία παρήκμασε και σχεδόν όλα τα γραπτά του μεγάλου φιλοσόφου καταστράφηκαν από τις Χριστιανικές αρχές, επειδή οι ιδέες του θεωρήθηκαν ως επικίνδυνα δείγματα αθεϊσμού.


Αλλά ας δούμε μια από τις βασικές αρχές της επικούρειας διδασκαλίας που σχετίζεται με την ψυχή και το τέλος της. ‘’Η φύση αυτού που αποκαλούμε ’’ψυχή’’ είναι μια σωματική οντότητα,  που απαρτίζεται από λεπτότατης υφής μέρη και που δεν επιβιώνει μετά τον θάνατό μας, εφόσον διασπάται στα δομικά της στοιχεία( άτομα)τα όποια διασκορπίζονται. Δεν υπάρχει Θεία Πρόνοια, οι Κόσμοι   δημιουργήθηκαν από την χαοτική μη κατευθυνόμενη κίνηση ατόμων.’’ Αυτό , όταν το καταλάβουμε, μας λυτρώνει από τον φόβο και την αγωνία για το τι θα γίνει η ψυχή μας μετά το θάνατό μας. ’’Όπου είμαι εγώ, δεν είναι ο θάνατος. Όπου είναι ο θάνατος εγώ δεν είμαι.’’ Είναι μια από τις πιο γνωστές ρήσεις του αρχαίου φιλοσόφου και εδώ ας μας επιτραπεί να παραθέσουμε την παραφρασμένη θέση του Επίκουρου από τον Αμερικανό σκηνοθέτη Γούντυ Άλλεν, δοσμένη με το γνωστό του χιούμορ:’’ Δεν φοβάμαι το θάνατο, απλά δεν θέλω να είμαι εκεί όταν θα έρθει.’’
Έτσι λοιπόν, πιστεύοντας όχι μόνο στο θάνατο του σώματος αλλά και στη θνητότητα της ψυχής, νικάμε το άγχος του θανάτου, αφού το ολοκληρωτικό τέλος της ύπαρξης καταργεί την οποιαδήποτε συνείδηση θανάτου. Μετά απ’ αυτό ο άνθρωπος βρίσκεται στην ίδια κατάσταση μη ύπαρξης όπως πριν από την γέννησή του.

  Το υπέρτατο αγαθό στην επικούρεια ηθική είναι η ευτυχισμένη ζωή. Αυτή μπορεί να επιτευχθεί όταν ο άνθρωπος απελευθερωθεί απ’ όλα αυτά που αντιτίθενται στην ευδαιμονία του. ( Η πληρότητα της ευτυχίας ορίζεται από την απόλυτη απουσία πόνου σωματικού ’’απονία’’ και ψυχικού ‘’αταραξία’’). Το πρώτο εμπόδιο στο δρόμο για την ευτυχία είναι ο φόβος. Ο φόβος των Θεών και ο φόβος του θανάτου. Όπως είπαμε πιο πριν, κατά τον Επίκουρο η ψυχή δεν είναι αθάνατη και οποιοσδήποτε φόβος μεταθανάτιας τιμωρίας ή ελπίδας ανταμοιβής δεν έχει νόημα. Μας προτρέπει λοιπόν, να απολαύσουμε αυτή την ζωή, γευτούμε όλες τις χαρές της (ως μέτρο ευτυχίας καθορίζει την ηδονή, διανοητική και σωματική) και να μη χάσουμε αυτή την μοναδική ευκαιρία που μας δίδεται, απελευθερωμένοι πλήρως από τις δεισιδαιμονίες μύθων και θρησκειών.

‘’Το βιβλίο αυτό είναι ένα βιβλίο βαθιά προσωπικό,  που πηγάζει από την αναμέτρησή μου με το θάνατο’’ λέει ο Γιάλομ, περιέχει δε, όλα όσα έμαθε για το πώς να ξεπερνάμε το φόβο του θανάτου μέσα από την προσωπική του εμπειρία και τη δουλειά του με τους ασθενείς. Ξεκινά δηλώνοντας και ο ίδιος τρόμο σ’ αυτή τη σκέψη. Στο πρώτο κεφάλαιο εστιάζει στο ότι πολλά προβλήματα δημιουργούνται και υπάρχουν λόγω αυτής της συγκεκριμένης φοβίας. Στο δεύτερο κεφάλαιο, παραθέτοντας κλινικά περιστατικά, προτείνει τρόπους αναγνώρισης του συγκαλυμμένου άγχους. Στο τρίτο αποδεικνύεται ότι η συνάντηση με το θάνατο λειτουργεί ‘’αφυπνιστικά ‘’και μπορεί να οδηγήσει σε ζωή πιο πλήρη(εδώ παρατίθενται και στοχασμοί μεγάλων διανοητών όπως του Νίτσε, του Σοπενχάουερ κ.α). Στο τέταρτο κεφάλαιο προτείνονται ιδέες για να ξεπεραστεί το άγχος του θανάτου. Ιστορίες ασθενών, παραδείγματα από την Λογοτεχνία ή τον κινηματογράφο, δίνουν μια πιο πρακτική διάσταση στο θέμα του. Στο πέμπτο μιλά για τη λύτρωση μέσα από την ανθρώπινη επαφή. Στο έκτο κεφάλαιο παρουσιάζει τη δική του στάση απέναντι στη θνητότητα και στο έβδομο παρέχει οδηγίες στους ψυχοθεραπευτές, οι οποίες είναι προσιτές σε όλους τους αναγνώστες.
Ουσιαστικά ο Γιάλομ μας προτείνει διάφορες μεθόδους, με τις οποίες μπορούμε να διαχειριστούμε τον τρόμο της θνητότητας, όπως μέσα από την ουσιαστική ανθρώπινη επαφή, και την αναζήτηση της πληρότητας και της αυτοπραγμάτωσης. Πρόκειται για ένα βιβλίο πνευματώδες που μέσα από την κατάθεση εμπειριών μας βοηθά να έλθουμε σ’ επαφή με την ουσία της ύπαρξής μας, κινητοποιώντας μας να αναζητήσομε μια πιο ουσιαστική ζωή περιβαλλόμενοι από φίλους, νικώντας έτσι στην επίγεια ζωή το θάνατο. Ο Χαιντεγκέρ όρισε κάποτε το θάνατο ως’’ τη μη δυνατότητα περαιτέρω δυνατότητας’’. Η διαρκής αναζήτηση αυτής της δυνατότητας μας κρατά μακριά από οποιονδήποτε ‘’θάνατο’’.
Ο Γιάλομ, αν και Εβραίος που πήγαινε κάποιες φορές στη Συναγωγή, δηλώνει πολύ ορθολογιστής για να έχει οποιαδήποτε θρησκευτική πίστη. Στηριγμένος στην ψυχανάλυση, δίνοντας έμφαση στην ερμηνεία των ονείρων, ασχολείται κυρίως με παθολογικές περιπτώσεις. Ο ίδιος,  που διανύει ήδη τα 79 του χρόνια δηλώνει: ’’Ο θάνατος με κάνει να ζω περισσότερο την κάθε στιγμή, να εκτιμώ και να απολαμβάνω και μόνη τη χαρά του να έχω τις αισθήσεις μου, να είμαι ζωντανός.’’

                                                                         ΡΕΝΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ-ΚΟΥΝΤΟΥΡΗ