Εκδήλωση/Αφιέρωμα στον Charles Baudelaire

                                               
    
  


 ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ BAUDELAIRE
                                                 ΤΗΣ ΛΕΣΧΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
                                                 ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΕΣΧΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
                           ΚΥΡΙΑΚΗ 10/4/2011, 20:00 μ.μ. ΣΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΚΗΝΗ <ΠΥΞΙΔΑ>


Σημειώσεις για την ομιλία του Περικλή Δ. Παυλάκου

Ωστόσο, για σας, τους εραστές της απουσίας του περιγραφικού ή διδακτικού ύφους σ’ έναν ομιλητή, για σας αναφέρω τις λίγες αυτές αποσπασματικές σκέψεις από το σημειωματάριό μου.

Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ‘ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟΥ’

Διερεύνηση του ‘καταραμένου’  :  Ι
Τι μας έρχεται πρώτα στο μυαλό;
30΄΄ για σκέψη

Λεξικό Δημητράκου

‘ ‘Όλα τα ‘χε ξηγημένα μες στον κήπο του ο Θεός, όμως ο Αδάμ κι η Εύα το ‘δανε και λίγο αλλιώς ’
Μ. Ρασούλης

Η ηθική των τεχνών δεν πρέπει να συνδέεται με την θετική και πρακτική ηθική
C. Baudelaire

Διερεύνηση του ‘καταραμένου’  :  ΙΙ
Η έννοια του καταραμένου είναι άρρηκτα δεμένη με την έννοια της παραβατικότητας  (αναγκαία και όχι ικανή συνθήκη). Μόνο η παραβίαση του κανόνα έχει την ακαταμάχητη γοητεία που λείπει από την αιώνια ευδαιμονία(Bataille). Να σημειωθεί ότι στην περίπτωση αυτή η παραβατικότητα σχετίζεται με την ολική άρνηση κάποιας ιερότητας ή μιας κοινωνικής αντίληψης.  Θυμάμαι την αρχαία λέξη ‘ύβρις’  και προκύπτει το εξής ερώτημα : Υπάρχει σχέση μεταξύ της ύβρεως και του καταραμένου; Αν ναι, είναι το ένα γεννήτορας του άλλου;

Ηράκλειτος-Κυνικοί-Αλκιβιάδης-Ίππασος-Jordano Bruno

Διερεύνηση του ‘καταραμένου’  :  ΙΙΙ
Είναι σαφής η αίσθηση πως αυτό δεν είναι αρκετό. Αν και λέξεις όπως : Ερινύες και εξοστρακισμός χρωματίζουν τον προαναφερόμενο δεσμό, είναι φανερή η απουσία της έννοιας της απώλειας, που εμφανίζεται με την μορφή της αυτοκαταστροφής.
Επιπλέον η χωρίς ελπίδα περιπλάνηση/αναζήτηση (συνήθως με τραγική κατάληξη) είναι το μοτίβο μέσα στο οποίο πραγματώνεται το καταραμένο.

Διερεύνηση του ‘καταραμένου’  :  ΙV
Σε αντίθεση με τον καταραμένο καλλιτέχνη που μεγαλουργεί στις αντιξοότητες, ή όρνιθα χρειάζεται άνεση και πολυτέλειες για να παράγει τέλεια συμμετρία.
Marcus de Sautoy

Αυτό που κάνει τον καταραμένο καλλιτέχνη να μεγαλουργεί είναι μάλλον οι εσωτερικές του αντιξοότητες και η ανάγνωση του κόσμου/εαυτού με ένα νεόφιλο θαρραλέο φώς που περιφέρεται στο σκότος της ψυχής και των συμβάντων. Είναι μάλλον η έμφυτη εναντίωσή του στίς νεοφοβικές φυλακές της σκέψης, των αισθημάτων και του βιώματος. Έτσι συμφιλιώνεται ακόμα και με τον θάνατο (χωρίς να του παραδίδεται).
Με αυτό τον τρόπο το καταραμένο, γίνεται η αντίθεση στην διαλεκτική τριπλέτα, θέση-αντίθεση-σύνθεση και ο τροχός συνεχίζει να γυρνά.

Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος εξοικείωσης με τον θάνατο από το συνδυασμό του με μια ακόλαστη ιδέα.
G. Bataille

Παρ’ όλα αυτά, πως μπορούμε να κατανοήσουμε σε βάθος (ή στιγμιαία να πορευτούμε μαζί του) κάποιον που συναντώντας ένα ψοφήμι σκέφτεται τα παρακάτω:

Θυμάσαι, φώς μου, εκείνο που αντικρίσαμε
Κάποιο καλοκαιριάτικο πρωί τόσο γλυκό;…
Με πόδια σηκωμένα, σα γυναίκα ακόλαστη,
Που φλόγα και φαρμάκια ο ιδρός της ξερνά,…
Ο ίδιος λέει:
Αν ο αναγνώστης δεν κλείνει μέσα του έναν οδηγό φιλοσοφικό και θρησκευτικό που να τον συντροφεύει στην ανάγνωση του βιβλίου τόσο το χειρότερο για αυτόν
C. Baudelaire
  
Διερεύνηση του ‘καταραμένου’  :  V

Παιδί ακόμη, ένιωσα στην καρδιά μου δύο αντιφατικά συναισθήματα, τη φρίκη για τη ζωή και την έκσταση γι΄αυτήν.
C. Baudelaire

Η αντίφαση, το  παράδοξο, το ασύμμετρο παρεμβαίνουν με καθοριστικό τρόπο στην ύπαρξη του καταραμένου καλλιτέχνη.
Ενώ αρνείται σθεναρά κάθε σύμβαση του εξωτερικού κόσμου, παραδίδεται στην εσωτερική, ταυτόχρονα ακατανόητη, αίσθηση της πραγματικότητας. Μια αίσθηση που αποσκοπεί στο απόλυτα βιωμένο πάθος.
Και αυτό γίνεται συνειδητά, αφού πρώτο του μέλημα είναι να στρέψει το βλέμμα στον εαυτό του που κοιτάζει και πράττει. Η αυτοαναφορά γίνεται εργαλείο πραγμάτωσης του εαυτού και του κόσμου. Έτσι είναι εφικτή μια πρωτογενής προσέγγιση του απείρου.
Το νεοφερμένο λιγοστό φως στο σκοτάδι, δημιουργεί εκείνες τις σκιές που καθορίζουν το βάθος του χώρου δράσης. Η γνώση του γεγονότος και του τρόπου πραγματοποίησής του γίνεται εφαλτήριο για την διαρκή επανάληψή του με στόχο καινούργιες προοπτικές. Έτσι το ανέφικτο και το ανικανοποίητο κάνουν την εμφάνισή τους.
Καλλιτέχνη πρόσεχε! Γίνεσαι αυτό που αναζητάς (ενίοτε αυτό που μισείς)!

Αυτό που χρειάζεται είναι να αφήσει κανείς τα νύχια του δεκαπέντε μέρες να μεγαλώσουν…
Comte de Lautreamont

Διερεύνηση του ‘καταραμένου’  :  VI
Χωρική και χρονική εμφάνιση του όρου. Το καταραμένο και η θρησκεία. Μονοθεϊσμός και πολυθεϊσμός-επιδράσεις. Κοινωνικές δομές. Η πόλη και η επαρχία. Η επίδραση της φιλοσοφικής και μαθηματικής σκέψης. Η οικονομία και το θέαμα ως καταστολείς του βιώματος. Καταραμένη ποίηση, η γλωσσολογική αντίφαση. Οι σημερινοί καταραμένοι.

Διερεύνηση του ‘καταραμένου’  :  VII

Δεν μπορώ να σας δώσω μία διεύθυνση… γιατί προσωπικά αγνοώ που θα παρασυρθώ την επόμενη φορά, και από ποιους δρόμους, και από πού, και από τι, και πως!
Α. Rimbaud

Ονειρικοί παράδεισοι, οράματα, εφιάλτες, καταγώγια, παράνομες έξεις, αμαρτωλοί έρωτες… Είναι το σκηνικό!

Ντανταϊσμός, Μπίτνικ, Διαφωτισμός, Σοφιστές, Πρωτοχριστιανοί, Χίπις, Σουρεαλισμός, Σαδομαζοχιστές, Ομοφυλόφιλοι, Εξεγέρσεις… Είναι το καταραμένο, που παίρνοντας μια μορφή του αρνητικού πραγματώνεται κοινωνικά. 

Αρθούρος Ρεμπώ, Ιζιντορ Ντυκάς, Μαρκήσιος ντε Σαντ, Έντγκαρ άλλαν Πόε, Ζαν Ζενέ, Αρτύρ Κραβάν, Τζιμ Μόρισον, Ζακ Μεσρίν, Ουίλιαμ Μπάροουζ, Τσαρλς Μπουκόβσκι,  Αντονέν Αρτώ, Τζάνις Τζόπλιν, Μιχάλης Κατσαρός, Μισίμα Γιούκιο, Κατερίνα Γώγου, Πιέρ Πάολο Παζολίνι, Αλεξάντερ Γκροθενντικ, Μπόρις Βιάν, Νικόλας Άσιμος… Είναι οι ήρωες αυτού του τραγικού παιχνιδιού.

Ένα παιχνίδι για το οποίο ο τελευταίος της λίστας έλεγε:

Κι αν τα τραίνα τρέχουν σε γραμμές
Τ΄ άστρα καβαλάνε οι ψυχές.

Διερεύνηση του ‘καταραμένου’  :  VΙII

Αν θυμάμαι καλά, κάποτε, ήταν η ζωή μου έκπαγλη γιορτή που άνοιγαν όλες οι καρδιές και όλα τα κρασιά κυλούσαν…
Α. Rimbaud

"Το κρασί της ζωής χύθηκε
και μόνο τα κατακάθια έχουν μείνει σ` αυτή την κάβα."
G. Debord

Μια ματιά στις προηγούμενες απαριθμήσεις κάνει φανερή την επέμβαση του καταραμένου στην πραγμάτωση του σύμπαντος κόσμου (εσωτερικού και εξωτερικού) στο διάβα του χρόνου. Η επέμβαση αυτή φορώντας τον μανδύα του ανόσιου, (άλλοτε ίσως του σάπιου) προσφέρει άθελά της, το σπόρο για άλλες σοδειές.
(Φαινομενικά παρουσιάζεται ως δευτερογενής δραστηριότητα, αλλά σε τελική ανάλυση ο ορισμός του θετικού και του αρνητικού είναι αυθαίρετος)
Με την άρση του απαγορευμένου πλαταίνουν και βαθαίνουν οι προοπτικές του ανθρώπινου όντος ενώ με το σπάσιμο των συμβάσεων αυξάνει η πολυπλοκότητα.
Και τούτο είναι κάτι που τόσο το έχουμε ανάγκη. Ειδικά τώρα.
Όμως το καταραμένο έχει και αυτοσυνείδηση. Και καθώς το ποτάμι της άρνησης φουσκώνει, δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά από το να αρνηθεί κάθε μίμησή του, κάθε φαιδρότητα, κάθε επίφαση πάθους.    
Για τούτο τον λόγο, εκδηλώσεις σαν την σημερινή αν δεν περιέχουν εν σπέρματι το στίγμα του κολασμένου, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ανώδυνα πολιτιστικά φαντάσματα με ημερομηνία λήξης και πλήξης.

Αλλά η πραγματικότητα από την οποία πρέπει
να εκκινήσουμε είναι η έλλειψη ικανοποίησης…
Καιρός να ανακαλύψουμε καινούργια πάθη…




                                                            ΟΜΙΛΙΑ
                         «Ο ΜΠΩΝΤΛΑΙΡ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΙΣΙ ΤΟΥ 19ΟΥ ΑΙΩΝΑ»
                           ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ ΠΑΠΑΔΟΓΙΑΝΝΑΚΗ-ΠΑΥΛΑΚΟΥ
                                                 
                                                                
                                                «ΣΕ ΜΙΑ ΔΙΑΒΑΤΙΣΣΑ»
                                 
                                       (Σε μετάφραση του Γ. ΣΗΜΗΡΙΩΤΗ)
                                          
                                 Του δρόμου τ’ οχλαλοητό ξεκούφαινε τριγύρα.
                                 Ψηλή, λιγνή, στα μαύρα της, αρχοντολυπημένη,
                                 κάποια γυναίκα διάβηκε κρατώντας σηκωμένη
                                 μ’ επίδειξη της ρόμπας της τη νταντελένια γύρα.

                                 Ευγενικιά και λυγερή με πόδι ως αγαλμάτου.
                                 Κ’ εγώ ρουφούσα, όπως αυτός που τρέλα τον χτυπάει,
                                 στα μάτια της τεφρό ουρανό που θύελλες γεννάει,
                                 μια γλύκα σαγηνευτική και μια ηδονή θανάτου.

                                 Κάποια αστραπή…νύχτα μετά!- Διαβάτισσά μου ωραία
                                 που ξαφνικά στο βλέμμα σου ξανάνιωσα, για πε μου
                                 αλλού πια μόνο θα σε δω, σε κάποια ζωή νέα;

                                 αλλού, πολύ μακριά από δω! αργά! κ’ ίσως ποτέ μου!
                                 Γιατί δεν ξέρω αν πουθενά θέλω πια σ’ ανταμώσει,
                                 Ω, εσένα που θ’ αγάπαγα, ω εσύ, που το’ χες νιώσει!

      Το σονέτο « Σε μια διαβάτισσα» το οποίο μόλις διαβάστηκε αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της ποιητικής τέχνης του Σαρλ Μπωντλαίρ. Η προσωπική μου προσέγγιση εστιάζεται στα έντονα συναισθήματα που μου προκαλούν η εσωτερική ένταση και η δύναμη των στίχων του καθώς καταγράφουν μοναδικά τον αστικό ερωτισμό. Η παρουσίασή μου ακολουθεί εκείνον το δρόμο της ανάγνωσης του σονέτου ο οποίος θα αναδείξει τον τρόπο με τον οποίο η μεγάλη πόλη διαπερνά την ποίηση του Μπωντλαίρ.
      Η δομή των στίχων του ποιητή αποπνέουν τα σοκ της σύγχρονης ζωής στη μητρόπολη του 19ου αιώνα· το Παρίσι. Ο Georg Simmel το 1903 δήλωσε ότι το πλήθος των ερεθισμάτων και η ταχύτητα με την οποία τα δέχεται ο άνθρωπος της πόλης συντελούν στην αδυναμία του να προλαβαίνει την επεξεργασία τους. Αυτό το χαρακτηριστικό της αστικής ζωής δύναται να παρομοιαστεί με το σύνολο των εικόνων τις οποίες προσλαμβάνει ο αναγνώστης του σονέτου.
      Η κίνηση της πόλης, χαρακτηριστικό που επηρέασε σημαντικά κατά τον 19ο αιώνα την αίσθηση του ανθρώπου για το χώρο και το χρόνο, μεταφέρεται αριστοτεχνικά στο ρυθμό του σονέτου από στροφή σε στροφή. Κύρια γνωρίσματα της αστικής μικρογραφίας, όπως το φευγαλέο στη χρονικότητά της και το ακούσιο και έκδηλο στη φαινομενική της μορφή, χαρακτηρίζουν την συνάντηση του άνδρα με τη διαβάτισσα. Η πόλη είναι απούσα σε οπτικές αναφορές· είναι, όμως, παρούσα μέσα στην ταύτιση του δρόμου με την ευρύτερη έννοιά του που έδωσε ο Siegfried Kracauer, δηλαδή του δρόμου ως τόπου έκφρασης της ροής της ζωής στη μεγαλούπολη με την ανώνυμη συλλογικότητα και τα φευγαλέα φαινόμενα. «Θάμπαζες στο δρόμο σου όλη την οικουμένη», γράφει ο Μπωντλαίρ σ’ άλλο ποίημά του.
      Ο τρόπος με τον οποίο ο άνδρας του σονέτου κατακλύζεται από το ερωτικό συναίσθημα διατηρεί το χαρακτήρα των σοκ με τα οποία η πόλη διαπερνά τον ίδιο. Κύρια ιδιότητα της πόλης είναι η δύναμη να κινεί τη φαντασία του ανθρώπου διατηρώντας δύο ξεχωριστά στοιχεία της· τις εκπλήξεις και τα τυχαία γεγονότα.
      Επίσης, η σημασία που αποδίδει ο ποιητής στο βλέμμα, σ’ αυτήν την στιγμιαία, τυχαία διασταύρωση του βλέμματος του άνδρα με την άγνωστη διαβάτισσα ανάμεσα στο πλήθος, έχει τις απαρχές της στη ριζική μεταβολή η οποία συντελείται στον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος της νεωτερικότητας αναπτύσσει το κινούμενο βλέμμα του. Οι χώροι θέασης, όπως οι αίθουσες κοσμοραμάτων, οι σκηνές πανοραμάτων και οι εκθέσεις γεωραμάτων, εξελίχθηκαν ως το τέλος του 19ου αιώνα στην κινηματογραφική αίθουσα, σηματοδοτώντας τη μετάβαση της περιπλάνησης του ανθρώπου από την πόλη, ως περιπατητή, στην αίθουσα, ως θεατή. Κατά τον Μπωντλαίρ, ο πλάνης είναι ο παθιασμένος θεατής· αυτός ο οποίος αντλεί μέθη από τη μοναχική και συλλογισμένη περιπλάνησή του στους δρόμους της πόλης.
      Ο ίδιος ο Μπωντλαίρ, ως ποιητής και κριτικός τέχνης, περιπλανήθηκε στους δρόμους  με το γκάζι, στους κήπους, στα πάρκα, στα καφέ και τα θέατρα του Παρισιού συλλέγοντας εικόνες τόσο για τα δοκίμιά του στις εφημερίδες, όσο και  για τα ποιήματά του. Εκεί, ο ποιητής συνάντησε τις γριούλες, τους ρακοσυλλέκτες, τις πόρνες, τους γέρους και τους διαβάτες. Δηλαδή, όλα εκείνα τα πρόσωπα τα οποία του προκάλεσαν συναισθηματικά σοκ. Αυτοί οι διαφορετικοί χαρακτήρες της κοινωνικής ζωής αποτυπώνονται στα ποιήματά του ως φιγούρες και όχι ως κοινωνικό σύνολο, επισημαίνοντας με αυτό τον τρόπο τη μοναξιά τους· το τίμημα της ελευθερίας την οποία βρίσκει ο άνθρωπος στην πόλη.
      Πιο  συγκεκριμένα, αυτές οι φιγούρες συγκροτούν το πορτρέτο της πόλης στην ποίηση του Μπωντλαίρ, αφού καλύπτουν το κενό των αναλυτικών περιγραφών του ίδιου του αστικού τοπίου στους στίχους του. Ο ποιητής, επιλέγοντας στα ποιήματά του αυτές τις μεμονωμένες φιγούρες, μιλάει για το πλήθος των περαστικών της πόλης. Έτσι, διαπιστώνεται ότι η μάζα είναι το κυρίαρχο πρόσωπο στην ποίηση του Μπωντλαίρ, όπως το βουλεβάρτο- ο μεγάλος δρόμος- είναι το κυρίαρχο σκηνικό της.
      Ο  Μπωντλαίρ έγραψε τα ποιήματά του στα μέσα του 19ου αιώνα. Η επανάσταση του Φεβρουαρίου του 1848 και η εργατική εξέγερση του Ιουλίου του ίδιου χρόνου έφεραν στη Γαλλία τη διακυβέρνηση της Δεύτερης Δημοκρατίας. Το 1852, ο Ναπολέοντας ο Γ΄ εγκαθίδρυσε πραξικοπηματικά τη Δεύτερη Αυτοκρατορία· ένα αυταρχικό καθεστώς. Μετά το τέλος του πολέμου του 1870, αποκαταστάθηκε η Δημοκρατία η οποία ευνόησε τη βιομηχανική επανάσταση, καθώς η αστική τάξη είχε αναρριχηθεί στην κορυφή του κρατικού μηχανισμού. Οι αναταραχές αυτής της περιόδου χαρακτηρίζονται από το οδόφραγμα.
       Το οδόφραγμα στο Παρίσι ήταν το κέντρο όλων των εξεγέρσεων με αποτέλεσμα να αριθμούνται πάνω από 4.000 κατά την Ιουλιανή Επανάσταση. «Τα μαγικά του πλακόστρωτα ορθωμένα σε φρούρια» είναι ο στίχος του Μπωντλαίρ, ο οποίος τα μνημονεύει στον επίλογο της μοναδικής ποιητικής συλλογής του «Τα άνθη του Κακού», που εκδόθηκαν το 1857.  
       Δύο χρόνια μετά, χάρη στη δράση του αυτοκράτορα και, κυρίως, του νομάρχη της Περιφέρειας του Παρισιού, Ωσμάν, το Παρίσι τροποποιήθηκε ριζικά. Χαράχτηκαν πολλοί και μεγάλοι δρόμοι, όπως οι λεωφόροι Strasborg και Saint-Michel, με σκοπό να διευκολυνθεί η κυκλοφορία, να επιτευχθεί η αποσυμφόρηση των διάφορων συνοικιών, να προσφερθεί απασχόληση στους εργάτες και, κυρίως, να επιτραπεί η ταχεία διείσδυση των δυνάμεων αποκατάστασης της τάξης, οι οποίες θα έθεταν τέλος στην επαναστατική ζέση του παρισινού λαού. Βέβαια, η αύξηση του πληθυσμού  του Παρισιού- οι κάτοικοί του ήταν 1.500.000-, η κινητικότητα των ανθρώπων χάρη στην κίνηση των σιδηροδρόμων- το 1837 είχε ήδη εγκαινιαστεί η σιδηροδρομική γραμμή Παρισίων- Σαιν Ζερμαίν-, η έλλειψη πεζοδρομίων και τα στενά σοκάκια ήταν σημαντικοί λόγοι που επέβαλαν την σταδιακή αναμόρφωση της πόλης πολύ πριν τα έργα του Ωσμάν.
       Η νεωτερικότητα συμπίπτει με τον κοινωνικό σχηματισμό στα τέλη του 18ου αιώνα και αρχές του επόμενου. Η εκβιομηχάνιση και η αστικοποίηση επέφεραν αλλαγές στις μεγάλες πόλεις. Στα μέσα του 19ου αιώνα, το Παρίσι έγινε μητρόπολη, κλέβοντας τη δόξα από το Λονδίνο. Στον πρόλογο στα «Άνθη του Κακού», ο Μπωντλαίρ γράφει: «Η Γαλλία διέρχεται μια φάση χυδαιότητας. Το Παρίσι, κέντρο και ακτινοβολία της παγκόσμιας ανοησίας. Παρά το Μολιέρο και το Βεραντζέρο,  κανείς δε θα πίστευε πως η Γαλλία θα βάδιζε με τέτοια ταχύτητα στο δρόμο της προόδου.»
       Δύο χρόνια πριν την έκδοση αυτής της ποιητικής συλλογής, έγινε η Παγκόσμια Έκθεση στο Παρίσι. Το 1861 άρχισε η κατασκευή της Όπερας. Από το 1780 έχει κτιστεί το Palais Royal, εμπορικό κέντρο με σκεπαστές στοές. Επίσης, χώροι εκθέσεων, μουσεία, πολυκαταστήματα, σκεπαστοί κήποι και πάρκα συμπλήρωναν το αρχιτεκτονικό τοπίο, ενώ τραίνα, ατμόπλοια, ποδήλατα, ασανσέρ και κυλιόμενες σκάλες συνέβαλαν στο κλίμα της νεωτερικότητας. Οι στοές, όπως η Passage des Panorama, η Gallerie Vivienne, έκαναν την εμφάνισή τους, αναδιοργανώνοντας την κοινωνική ζωή. Την περίοδο 1800-1830, οι στοές- οι οποίες έφτασαν σε πλήθος τις 17- αποτέλεσαν ταυτόχρονα τον πρόδρομο των πολυκαταστημάτων, το σπίτι του πλάνητα και το πρώτο μέρος όπου η γυναίκα πήγε βγαίνοντας από την εστία της.
      Εντός ενός απέραντου τοπίου, στο οποίο δέσποζε η πέτρα σαν κυρίαρχο υλικό του κλασικού αρχιτεκτονικού στυλ, ο μοντερνισμός επέβαλε την παρουσία του, εκφραζόμενος μέσα από το χυτοσίδηρο και το μέταλλο σε συνδυασμό με το γυαλί. Χαρακτηριστικό δείγμα του μοντερνισμού ήταν η κεντρική αγορά Halls του αρχιτέκτονα Baltard, της οποίας οι εργασίες ολοκληρώθηκαν τη χρονιά δημοσίευσης της ποιητικής συλλογής τα «Άνθη του Κακού».
 «Καθώς διέσχιζα το καινούργιο Καρουζέλ
   Το παλιό Παρίσι δεν υπάρχει πια (το σχήμα της πόλης
   Αλίμονο, αλλάζει πιο γρήγορα, παρά η καρδιά ενός θνητού.)»,
γράφει ο Μπωντλαίρ στο ποίημα «Κύκνος» και παρακάτω συνεχίζει:
«Το Παρίσι αλλάζει!
…………………..
   Παλιά προάστια, όλα για μένα έγιναν αλληγορία.»
      Σε διάφορα ποιήματα του Μπωντλαίρ, ο αναγνώστης βρίσκει τις λέξεις: για το τεράστιο Παρίσι, την πολυάριθμη πόλη, πόλη γεμάτη όνειρα, εκεί το στοιχείο αδράχνει καταμεσήμερο το διαβάτη. Ο αναγνώστης δε βρίσκει αναλυτικές περιγραφές του Παρισιού· συναντά μόνο την οχλαγωγία του,  όπως χαρακτηριστικά δηλώνει ο παρακάτω στίχος: «Μες των μεγαλουπόλεων το χάος».
      Εξάλλου, ο Μπωντλαίρ έζησε έντονα το Παρίσι όλες τις εποχές και όλες τις ώρες της ημέρας. Προπάντων, όμως, το έζησε σε μια εποχή αλλαγών και προόδου.
Στο Παρίσι, γεννήθηκε το 1821 και πέθανε το 1867. Μάλιστα, σ’ ένα δρόμο της πόλης έπαθε τη μοιραία κρίση ημιπληγίας. Ο ποιητής πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της σύντομης ζωής του  σε αυτήν την πόλη η οποία εκείνη τη χρονική περίοδο γνώριζε τη δημιουργική χαρά της ελευθερίας· ελευθερία των συναθροίσεων, ελευθερία των απόψεων, ελευθερία του τύπου, ακόμα και ελευθερία των ηθών. Σαλόνια της αριστοκρατίας, κοσμικά ή φιλοσοφικά, θέατρα, μουσεία, καφέ, χοροί,  έρωτες κάθε λογής, κρασί, σαμπάνια, αψίνθιο, χασίς και όπιο ήταν στοιχεία της πλούσιας σε υλικά αγαθά παριζιάνικης ζωής.
      Στο ποίημα «Παρισινό όνειρο», ο Μπωντλαίρ γράφει:
«Πάνω από αυτά τα κινητά θαύματα
  Πλανιόταν (φοβερή καινοτομία!
  Όλα για το μάτι, τίποτε για τ’ αυτί!)
  Μια σιωπή αιωνιότητας.»
       Ο ποιητής δεν αποσιώπησε τον έρωτά του για τη γενέτειρα πόλη. Πιστός στην προτίμησή του στο veduta, την τέχνη της απεικόνισης της πόλης, έκλεισε την ποιητική συλλογή του με τον «Επίλογο», μια ωδή στο Παρίσι με θέα από το ύψος της Μονμάρτρης: «Σ’ αγαπώ, ω ωραία μου, ω γοητευτική μου…». Ο Μπωντλαίρ απευθύνεται στο Παρίσι  εκστασιασμένος από την πολυτέλειά του και συγκλονισμένος από την σεβάσμια διαστροφή του. Οι μετέπειτα μελετητές για εκείνη την εποχή αναφέρονται στο όνομά του, ταυτίζοντας μια μεγάλη πόλη μ’ ένα μεγάλο ποιητή· το Παρίσι του Μπωντλαίρ το 19ο αιώνα.

       ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Η ομιλία βασίστηκε στην παρακάτω βιβλιογραφία η οποία μου δόθηκε στο μάθημα “Κινηματογραφημένες πόλεις” του Α΄ κύκλου του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών με ειδίκευση στην “Ιστορία και Θεωρία του Θεάτρου και του Κινηματογράφου” του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης με διδάσκουσα την κ. Άννα Πούπου:

1. Benjamin, Walter, Σαρλ Μπωντλαίρ. Ένας λυρικός στην ακμή του καπιταλισμού, 
    Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2002.
2. Bruno, Giuliana, «Ο κινηματογράφος και η γεωγραφία της νεωτερικότητας», στο:  
    Σηφάκη, Ειρήνη, Πούπου, Άννα, Νικολαΐδου, Αφροδίτη, Πόλη και κινηματογράφος.   
    Θεωρητικές και μεθοδολογικές προσεγγίσεις, Νήσος, Αθήνα, 2011.
3. Περιβολαροπούλου, Νία, «Η κινηματογραφική πόλη: Siegfried Kracauer, στο:      
    Σηφάκη, Ειρήνη, Πούπου, Άννα, Νικολαΐδου, Αφροδίτη, Πόλη και κινηματογράφος.    
    Θεωρητικές και μεθοδολογικές προσεγγίσεις, Νήσος, Αθήνα, 2011.
4. Simmel, Georg, Πόλη και Ψυχή, Έρασμος, Αθήνα, 1993.
5. Βιβλίο της Έκθεσης PARIS 1900, Αρ Νουβώ και Μοντερνισμός. Θησαυροί από το
    Petit Palais, Εθνική Πινακοθήκη, 22/11/2010-28/02/2011, Αθήνα


ΛΕΣΧΗ  ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ


ΛΕΣΧΗ  ΠΟΙΗΣΗΣ  ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
Ο Μ Ι Λ Ι Ε Σ
Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Ε Ι Σ  &  Μ Ο Υ Σ Ι Κ Η
Χαιρετισμοί


Ζαχαρίας Κατσακός : ''Αλλοτινή ζωή''  -
Γιάννης Μαρκάκης  ''Ο Εχθρός''
Περικλής Παυλάκος:            
Η υπόθεση του "καταραμένου" 


Ταινία  5λεπτο  απόσπασμα από ταινία Jermaine Dullac  &  Ελίνα Σκαρπαθιώτη  πιάνο - τραγούδι             
Αρετή Παπαδογιαννάκη - Παυλάκου :                     
  Ο Baudelaire και το Παρίσι του 19ου αιώνα
Βαγγελιώ Πετρουγάκη :                       
 "Σε μια διαβάτισσα"

Γιάννης Μαρκάκης : ''Γριούλες''  &                
Μαρία Βρέντζου : ''Οι μεταμορφώσεις της λάμιας''
Ρένα Πετροπούλου - Κουντούρη :            
  Σχέδιο προλόγου για τα "Άνθη του κακού"
Βαγγελιώ Πετρουγάκη : ''Spleen''
(πεζό – μτφ. Κώστα Καρυωτάκη)  &
Ζαχαρίας Κατσακός : ''Κολασμένες'' 


Γιάννης Μαρκάκης & Ζαχαρίας Κατσακός: ''Ραγισμένη Καμπάνα''  (πρωτότυπη γραφή & μετάφραση)
Αντώνης Περαντωνάκης : Γύρω από τις μεταφράσεις του Baudelaire στην Ελλάδα
Αντώνης Περαντωνάκης : ''Αlbatross'' (γαλλ.)  & ''Αλληλουχία κατά Βωδελαίρο"

Ελίνα Σκαρπαθιώτη  πιάνο - τραγούδι


Ζαχαρίας Κατσακός &
Αντώνης Περαντωνάκης :
'Άβελ και Κάιν''